Η ρήξη μηνίσκου είναι ένας από τους πιο κοινούς τραυματισμούς που μπορεί να υποστεί το γόνατο, ιδιαίτερα σε άτομα που ασχολούνται με τον αθλητισμό. Αν και μπορεί να προκληθεί ακόμη και από απλές καθημερινές κινήσεις, η ρήξη μηνίσκου θεωρείται τυπική κάκωση σε αθλήματα όπως το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το σκι και οι πολεμικές τέχνες, όπου το γόνατο δέχεται υψηλές δυνάμεις στρέψης.
Τα πάντα στην OSTEON
Η άρθρωση του γόνατος σχηματίζεται από το μηριαίο οστό, την κνήμη και την επιγονατίδα. Ανάμεσα στο μηριαίο και την κνήμη παρεμβάλλονται δύο ημισεληνοειδείς ινοχόνδρινες δομές, ο έσω και ο έξω μηνίσκος. Οι μηνίσκοι λειτουργούν ως φυσικά “αμορτισέρ”, απορροφώντας τους κραδασμούς, κατανέμοντας ομοιόμορφα τα φορτία και ενισχύοντας τη σταθερότητα της άρθρωσης. Παράλληλα, προστατεύουν τον αρθρικό χόνδρο και συνεισφέρουν στη σωστή λίπανση και λειτουργία της άρθρωσης.
Η ρήξη μηνίσκου είναι ένας αθλητικός κατά βάση τραυματισμός ο οποίος χαρακτηρίζεται από τη διάσπαση της συνέχειας των ινών του μηνίσκου. Η βλάβη αυτή μπορεί να είναι πλήρης ή μερική και να εμφανίζεται σε διάφορες μορφές, όπως ακτινωτή, λοξή, επιμήκης ή δίκην “λαβής κάδου” (bucket handle). Ανάλογα με τη μορφή και την εντόπιση της ρήξης, διαφέρει και η θεραπευτική προσέγγιση.
Στον αθλητισμό, η ρήξη μηνίσκου είναι συνήθως αποτέλεσμα βίαιης στροφικής κίνησης του γόνατος, ιδίως όταν αυτό βρίσκεται σε κάμψη. Συχνά συνοδεύεται από άλλους τραυματισμούς, κυρίως ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου.
Η ρήξη του μηνίσκου στους αθλητές συμβαίνει κατά τη διάρκεια έντονης δραστηριότητας που απαιτεί απότομες αλλαγές κατεύθυνσης, άλματα, πτώσεις ή άμεση επαφή. Ο μηχανισμός κάκωσης περιλαμβάνει συνήθως ταυτόχρονη κάμψη και στροφή του γόνατος με φόρτιση, προκαλώντας ρήξη ιδιαίτερα στον έσω μηνίσκο.
Αντίθετα, σε μεγαλύτερες ηλικίες, οι ρήξεις εμφανίζονται κυρίως λόγω εκφύλισης του ιστού και μπορεί να προκληθούν ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας απλής κίνησης, όπως το βαθύ κάθισμα ή η άνοδος μιας σκάλας.
Τα συμπτώματα διαφέρουν ανάλογα με τον τύπο της ρήξης, αλλά οι πιο χαρακτηριστικές ενδείξεις περιλαμβάνουν:
Στις πιο σοβαρές ρήξεις, το τεμαχισμένο τμήμα του μηνίσκου παγιδεύεται στην άρθρωση, προκαλώντας πλήρη ακινητοποίηση του γόνατος.
Η διάγνωση ξεκινά με λεπτομερές ιστορικό και κλινική εξέταση από Ορθοπαιδικό. Ο ιατρός θα αξιολογήσει την ευαισθησία στην περιοχή του μηνίσκου και θα εκτελέσει ειδικά τεστ, όπως το McMurray, κατά το οποίο κάμπτεται και στρέφεται το γόνατο για την αναπαραγωγή του πόνου ή του χαρακτηριστικού “κλικ”.
Για επιβεβαίωση, η μαγνητική τομογραφία (MRI) είναι η εξέταση εκλογής, καθώς απεικονίζει με ακρίβεια τον τύπο, το μέγεθος και την εντόπιση της ρήξης, καθώς και τυχόν συνοδές βλάβες σε χόνδρους ή συνδέσμους.
Γενικά, η ρήξη μηνίσκου είναι μια πάθηση που στις περισσότερες περιπτώσεις, ειδικά σε αθλητές, είθισται να αντιμετωπίζεται χειρουργικά. Συντηρητική αντιμετώπιση εφαρμόζεται κυρίως σε μικρές, σταθερές ρήξεις και σε περιπτώσεις εκφυλιστικών βλαβών χωρίς έντονα συμπτώματα. Περιλαμβάνει μέτρα όπως η ξεκούραση, η αποφόρτιση του άκρου, η χρήση παγοθεραπείας, αντιφλεγμονώδη φαρμακευτική αγωγή και φυσικοθεραπεία για ενδυνάμωση των μυών γύρω από το γόνατο. Στόχος είναι η μείωση του πόνου και η διατήρηση της λειτουργικότητας της άρθρωσης. Σε αρκετές περιπτώσεις, ιδίως σε μη αθλητές ή σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας, η συντηρητική προσέγγιση μπορεί να είναι επαρκής.
Στους αθλητές –ειδικά σε αυτούς που συμμετέχουν σε αθλήματα υψηλών απαιτήσεων ή ασχολούνται σε επαγγελματικό επίπεδο με τον αθλητισμό– η χειρουργική αποκατάσταση αποτελεί συχνά τη βέλτιστη επιλογή. Η παρουσία επαναλαμβανόμενων συμπτωμάτων, το «κλείδωμα» του γόνατος, ή η ύπαρξη ρήξεων σε δυναμικά φορτιζόμενες περιοχές του μηνίσκου καθιστούν τη συντηρητική θεραπεία ανεπαρκή. Η αρθροσκοπική επέμβαση, είτε με συρραφή είτε με μερική μηνισκεκτομή, στοχεύει όχι μόνο στην ανακούφιση από τον πόνο, αλλά και στην πλήρη αποκατάσταση της σταθερότητας και της κινητικότητας του γόνατος. Αυτό είναι ουσιώδες για την ασφαλή επιστροφή του αθλητή στην προπόνηση και στον αγωνιστικό χώρο, χωρίς τον κίνδυνο επιπλέον τραυματισμών ή μακροχρόνιας εκφύλισης της άρθρωσης.
Η ανάγκη για χειρουργική επέμβαση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως:
Ανάλογα με τη βλάβη, πραγματοποιείται:
Οι ρήξεις στην περιφερειακή περιοχή του μηνίσκου (red zone) έχουν καλύτερη αιμάτωση και μπορούν να συρραφούν. Οι κεντρικές (white zone) συνήθως δεν επουλώνονται και αντιμετωπίζονται με μερική αφαίρεση του κατεστραμμένου τμήματος – μερική μηνισκεκτομή.
Η αρθροσκοπική επέμβαση αποτελεί τη σύγχρονη μέθοδο αντιμετώπισης των ρήξεων μηνίσκου. Πρόκειται για ελάχιστα επεμβατική τεχνική κατά την οποία, μέσω μικρών οπών (4-5 χιλιοστών), εισάγονται ειδικά εργαλεία και κάμερα στην άρθρωση. Η επέμβαση διαρκεί συνήθως 20–30 λεπτά και ο ασθενής λαμβάνει εξιτήριο την ίδια ημέρα.
Η διάρκεια αποκατάστασης εξαρτάται από το είδος της επέμβασης. Μετά από μερική μηνισκεκτομή, η αποκατάσταση είναι ταχεία και οι περισσότεροι ασθενείς επιστρέφουν σε ελαφριά άσκηση εντός 2–4 εβδομάδων. Αντιθέτως, μετά από συρραφή μηνίσκου, απαιτείται μεγαλύτερη περίοδος αποφόρτισης και προστασίας (έως 6 εβδομάδες), με σταδιακή επάνοδο σε αθλητικές δραστηριότητες μετά από 3–6 μήνες.
Η φυσικοθεραπεία είναι απαραίτητη σε κάθε περίπτωση και περιλαμβάνει:
Η απόφαση για επιστροφή σε αγώνες λαμβάνεται βάσει της λειτουργικής κατάστασης του γόνατος, όχι απλώς με χρονολογικά κριτήρια.
Η παραμέληση της ρήξης μηνίσκου μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρότερες συνέπειες, όπως:
Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση αποτρέπει τη χρόνια φθορά και αυξάνει τις πιθανότητες πλήρους αποκατάστασης.
Γενικά, η ρήξη μηνίσκου είναι ένας αρκετά κοινός τραυματισμός ιδιαίτερα σε αθλητές. Η σωστή εκτίμηση, η εξατομικευμένη θεραπευτική προσέγγιση και η τήρηση του προγράμματος αποκατάστασης αποτελούν τους κεντρικούς πυλώνες για την επιτυχημένη επιστροφή στον αθλητισμό και γενικά σε μια ενεργή και γεμάτη καθημερινότητα.
Εάν αντιμετωπίζετε οποιοδήποτε πόνο ή ενόχληση, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας.